Βαρυσήμαντο Άρθρο, Παρέμβαση
του Αργύρη Γεωργίου Σταυρόπουλου
Θα πρέπει να νιώθουν το λιγότερο υπερήφανοι οι εμπνευστές και υπέρμαχοι του έργου αυτού και να καμαρώνουν αναλόγως, τόσο για το ίδιο, όσο και για την εικόνα που παρουσιάζει.
Εγώ πάντως αισθάνομαι πέρα του δέοντος τυχερός που το μπαλκόνι μου έχει την προνομιακή θέση της οπτικής πρόσβασης με το εν λόγω έργο και κάθε φορά που βγαίνω νιώθω να κατακλύζομαι από συναισθήματα ψυχικής ανάτασης.
Ταυτόχρονα όμως με κάνει να νιώθω και άσχημα έναντι τόσων άλλων συμπατριωτών μου που τα μπαλκόνια τους δεν τυγχάνουν θέας ανάλογης με του δικού μου.
Με τις ώρες λοιπόν καθόμουν και σκεπτόμουν τι θα μπορούσα να κάνω και εγώ με τη σειρά μου για όλους αυτούς που η τύχη στάθηκε φειδωλή απέναντί τους.
Αφού το παίδεψα πολύ και για πολλές ημέρες, ξάφνου σα φλάς στο σκοτάδι, άστραψε στο μυαλό μου η έμπνευση. Η δική μου, κατάδική μου έμπνευση και ιδέα που θες λόγω της πίεσης, θες λόγω της συγκίνησης μ’ έκανε αναπηδώντας να αναφωνήσω, ως σύγχρονος Αρχιμήδης, ¨ΕΥΡΗΚΑ¨.
Κι αυτό που εμπνεύστηκα δεν ήταν τίποτα άλλο από μια πισίνα στην Ακρόπολη. Να τη βλέπουν τα εκατομμύρια των Αθηναίων απ΄ τα δικά τους μπαλκόνια και να κατακλύζονται κάθε φορά κι αυτοί με ανάλογα όπως κι εγώ συναισθήματα. Ήταν δε τόσο μεγάλος ο ενθουσιασμός μου και η αγωνία μου, για το αν η ιδέα μου ήταν και υλοποιήσιμη, που την επόμενη κιόλας ημέρα, πρωί πρωί μάλιστα, βρισκόμουν ν’ αγναντεύω Αθήνα και Πειραιά που αλλού, απ’ την κορυφή του ιερού βράχου.
Περιττό να σας πω ότι δεν έκλεισα μάτι όλη την προηγούμενη νύχτα. Είχα
ν’ ανέβω καμιά εικοσαριά και πλέον χρόνια, τερπνόν και ωφέλιμο μου έκατσαν μια χαρά.
Ως εκ θαύματος λοιπόν, θα ‘βαλε το χεράκι της και η θεά Αθηνά φαντάζομαι, η αγωνία μου πήρε τέλος. Μετρώντας τον Παρθενώνα από κολώνα σε κολώνα, με χαρά διαπίστωσα ότι όχι μόνο τα μέτρα επαρκούσαν για πισίνα αλλά τηρούσαν και τις προϋποθέσεις για πισίνα ολυμπιακών διαστάσεων. Αυτό βέβαια στάθηκε αφορμή προς στιγμή να μελαγχολήσω που δεν είχα αυτή την ιδέα δέκα χρόνια νωρίτερα… Αthens 2004. Δεν βαριέσαι σκέφτηκα, κατηφορίζοντας, ποτέ δεν είναι αργά.
Για να μην σας τα πολυλογώ η ιδέα μου έγινε ανάρπαστη κι έσπευσαν να την υιοθετήσουν, μια κι έπεσε σε καλή λόγω εκλογών περίοδο, όλοι οι υποψήφιοι για το δημαρχιακό θώκο της Αθήνας. Από Καμίνη έως Κασιδιάρη κι από Βαλιανάτο έως Κακλαμάνη. Ο δε Σπηλιωτόπουλος του θανατά να πέσει. Αυτός σε τζακούζια και πισίνες μεγάλωσε και να τη βρει από Βασαραίο… Μερικοί μάλιστα με πλησίασαν ζητώντας να εξαγοράσουν την ιδέα μου προκειμένου να την παρουσιάσουν σα δική τους στα προεκλογικά τους προγράμματα. Επειδή όμως είμαι της θεωρίας αλλά και της πράξης ότι «το χρήμα πολλοί εμίσησαν, τη δόξα όμως ουδείς», αρχαίου φιλοσόφου είναι κι αυτό, συγχωρέστε με δε θυμάμαι ποιανού, του Αρχιμήδη όμως σίγουρα όχι, αρνήθηκα ευγενικά και τους απάντησα ότι οι παντώς είδους ιδέες δεν είναι για πούλημα και πολύ περισσότερο για ξεπούλημα. Σαν εμπνευστής της όμως, συμπλήρωσα, έχω δύο επιθυμίες κι εύχομαι να τις σεβαστεί όποιος και αν είναι ο υλοποιητής της, κάνοντας την έτσι να συμπορεύεται με ανάλογες ιδέες και εμπνεύσεις που λαμβάνουν χώρα στο χωριό μου το Βασαρά. Εξοργίστηκα όμως με το γεγονός ότι κανείς δεν τον γνώριζε, παρ’ όλο που τυγχάνει «το Κέντρο του Κόσμου». Ειδικά από τον Κακλαμάνη δεν το περίμενα με τίποτα κι μ’ έκανε να φωνάξω θυμωμένος: «κι εσύ τέκνο Νικήτα;» (κατά το «κι εσύ τέκνο Βρούτε;» του Καίσαρα αυτό με σιγουριά). Έτοιμος ήμουν λοιπόν να πάρω την ιδέα μου και να φύγω. Τελικά όμως υπέκυψα μια και όλοι τους δεσμεύτηκαν και στις δύο απαιτήσεις μου για την πισίνα που οραματίστηκα. Και η μεν πρώτη ήταν να είναι σκεπαστή και η δεύτερη απαραιτήτως, να είναι θερμαινόμενη.
Το παραπάνω άρθρο είχε τουλάχιστον 91 αναγνώσεις. Δεν μπορώ να ξέρω τι σκέφτονται οι υπόλοιποι 90 αναγνώστες. Εκτός από τη δυσκολία που είχα στο να καταλάβω τους παραλληλισμούς του κειμένου μου προκύπτει το ερώτημα, “πώς ακριβώς θα προχωρήσουμε σαν χώρα και σαν κοινωνία [στη δική μας περίπτωση κοινότητα-δήμος], όταν όλοι είναι εναντίον όλων;”